Skip to main content

Killers of the Flower Moon by Martin Scorsese


 

Πρόλογος: Αποδεικτικά στοιχεία

To Killers of the Flower Moon, είναι μια ακόμη ευκαιρία για όλους τους λάτρεις του σινεμά να απολαύσουν την πρόσφατη δημιουργία του Martin Scorsese, ενός καλλιτέχνη που μετράει ογδόντα χρόνια ζωής και μια καριέρα περισσότερων από πενήντα – ξέρω πως δε χρειάζεται συστάσεις, απλώς ένιωσα την ανάγκη να το πω.

Η υπόθεση χτίζεται μέχρι ενός σημείου με συστατικά true-crime, όπως φωτογραφίες της εποχής που παρατίθενται σαν αποδεικτικά στοιχεία σε ανεξιχνίαστα εγκλήματα. Από εκεί και ύστερα, διακριτικά κι οργανικά και δίχως να υπερθεματίζει, η κατεύθυνση του ενδιαφέροντος αλλάζει, καθώς επικεντρωνόμαστε όχι τόσο στο ποιος το κάνει και γιατί, μα στον ψυχικό αντίκτυπο των χαρακτήρων. Γίνεται άλλωστε κατανοητό, ότι παρόλο που οι σχέσεις των πρωταγωνιστών προορίζονται στο να καταρρεύσουν, τα ηθικά διλήμματα κι οι υπεκφυγές, η ματαιοδοξία κι η εθιστική έλξη της εξουσίας, όπως και η βία που διατίθεται κανείς να διαπράξει προκειμένου να πετύχει τους σκοπούς του, αποτελούν τον πυρήνα της αφήγησης. Μικρογραφία μιας επερχόμενης παγκόσμιας υπερδύναμης, που από τις πόλεις μεγάλωσε το εκτόπισμά της και επεκτάθηκε παντού. Φυσικά δεν ήταν η πρώτη και δυστυχώς ούτε η τελευταία. Ο ανθρώπινος πολιτισμός έχει να παρουσιάσει αιώνες επιτευγμάτων και άριστης ποιότητας αυτοκαταστροφής, με ανώτατα πτυχία στα πανεπιστήμια των επιστημών και του ολέθρου αντίστοιχα, με αμέτρητα παραδείγματα.

Κυρίως Θέμα: Τρεισήμισι ώρες απόλαυσης

Πόσο συχνά ακούτε από κάποιον να λέει ότι δεν αντέχει τις δίωρες ταινίες; Πολύ συχνά, απαντώ. Ίσως περισσότερο από όσο μπορώ απλώς να προσπεράσω, γιατί μετά από τη νιοστή φορά εντοπίζω μια ανυπομονησία, μια ίσως πηγαία κούραση, μια διάθεση να γίνουν τα πράγματα γρήγορα για να πάνε στο επόμενο κεφάλαιο. Μισό λεπτό, βρε παιδιά. Είπαμε να δούμε ένα έργο, σωστά; Γιατί βιάζεστε; Προς τι το άγχος, ακόμη και την ώρα της ψυχαγωγίας μας; Δεν αποφασίσαμε να καθίσουμε όλοι μαζί να απολαύσουμε κάτι που επιλέξαμε; Πού να μας το επέβαλαν κιόλας! Τέλος πάντων, σταματώ το σύντομο παραλήρημά μου.

Το Killers of the Flower Moon είναι πράγματι μια ταινία μεγάλης διάρκειας, αλλά όποιος τη χαρακτηρίσει ως αργόσυρτη, μάλλον παρακολούθησε κάτι άλλο και μπερδεύτηκε. Καταλαβαίνω πως αν ξυπνήσεις από νωρίς το πρωί για να πας να εργαστείς και η προβολή παίζεται το βράδυ, τα μάτια σου, το σώμα σου κάποια στιγμή παραδίνονται στην κούραση. Απολύτως κατανοητό. Επέλεξε μια άλλη προβολή, τότε. Μην πιέζεσαι. Υπάρχουν επιλογές. Επιπλέον, δε γίνεται να μη γνωρίζεις τι πας να δεις. Πήρες κατά πάσα πιθανότητα μια ιδέα από το trailer, οπότε κάνε τα κουμάντα σου. Στη δική μου περίπτωση, όντας κουρασμένος και ξύπνιος από νωρίς λόγω δουλειάς, η παράσταση των οχτώ που διήρκησε μέχρι και λίγο πριν από τα μεσάνυχτα με βρήκε σε μια κατάσταση υπερδιέγερσης και συνεχούς συγκίνησης, καθώς τα μάτια μου αντίκριζαν ένα θαύμα της έβδομης τέχνης. Ακόμη και τώρα που σας γράφω δεν μπορώ να πιστέψω πώς γίνεται ένας σκηνοθέτης της ηλικίας του, να φέρει εις πέρας μια τόσο μεγάλη παραγωγή. Όσο άριστους επαγγελματίες του χώρου και να προσλάβεις, όσα χρήματα κι αν μαζέψεις, τον ίδιο τον Θεό να έχεις αγκαζέ, ταινίες σαν κι αυτή δε γίνονται χωρίς όραμα, χωρίς τη «ματιά», που λέμε, και ο Scorsese την έχει ακόμη. Δεν ξέρω πώς, αλλά ο ρόλος του στη ζωή ως δημιουργού, δεν έφτασε στο τέλος του. Ευτυχώς για όλους μας. Βαθιά υπόκλιση και μια σύντομη παύση.


Σε τούτο το έπος που ενορχήστρωσε, λοιπόν, παρακολουθούμε μια αφήγηση που βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα από το ομώνυμο βιβλίο του David Grann. Κι είναι πολύ σημαντικό που τα συμβάντα αυτά γνωστοποιούνται, καθώς δεν πιστεύω ότι ήταν ένα κομμάτι της ιστορίας της Αμερικής που το ήξεραν όλοι.

Η φυλή των Osage, αυτόχθονων Αμερικανών, κατέχει εκτάσεις πλούσιες σε κοιτάσματα πετρελαίου. Την περίοδο που το ανακαλύπτει, οι εξωτερικοί σφετεριστές του τόπου, σπεύδουν να αρπάξουν όσα περισσότερα μπορούν από τον πλούτο της γης. Δημιουργείται λοιπόν μια λευκή κοινότητα και μια σταδιακή, βραδύκαυστη αφομοίωση των Osage. Στο ενδιάμεσο εξελίσσεται μια σειρά από ανεξιχνίαστους φόνους, ανεξιχνίαστους γιατί δεν έγινε ποτέ καμία οργανωμένη έρευνα. Στο επίκεντρο βρίσκουμε τον Ernest Burkhart (Leonardo DiCaprio), τον William King Hale (Robert De Niro) καθώς και την Mollie (Lily Gladstone).

Και πάμε τώρα στα πιο επιμέρους.

Οι ερμηνείες των ηθοποιών, η φωτογραφία, το σενάριο και το μοντάζ, όλα λειτουργούν στον ύψιστο βαθμό, αναδεικνύοντας κάθε φορά ακριβώς αυτό που η σκηνή επιτάσσει. Άλλοτε συμβαίνει κάτι ρομαντικό, τώρα κάτι αποκρουστικό, ένας αποχωρισμός, μια συνειδητοποίηση, μια επιβολή ενός ισχυρού εγωισμού που δε θα σταματήσει πουθενά και για τίποτα προκειμένου να ικανοποιήσει τις νοσηρές επιθυμίες του. Η βαρβαρότητα που υπονοείται σε αρκετές διαλογικές σκηνές ή σε σιωπές και βλέμματα, θεωρώ ότι αποτελούν τα πιο τρομαχτικά και αφοπλιστικά κομμάτια του φιλμ, παρότι υπάρχουν κάμποσα στιγμιότυπα όπως ένας πυροβολισμός ή μια έκρηξη που σου κόβει την ανάσα, αναγκάζοντάς σε μέχρι και να αποστρέψεις το βλέμμα σου – το παρατήρησα στην αίθουσα να συμβαίνει. Είναι το τέλος μιας εποχής και η αρχή μιας νέας.

Υπάρχει μια σκηνή όπου ο πρωταγωνιστής περιγράφει τη στιγμή της γνωριμίας του με τη σύζυγό του. Για λίγα δευτερόλεπτα, μπορείς να παρατηρήσεις στην παύση των ματιών του την ευτυχία, την πληρότητα, τη γαλήνη. Κι έτσι όπως ξαφνικά διαφαίνεται, έτσι εξαφανίζεται, πνίγεται, βυθίζεται σ’ ένα βούρκο από λάθος επιλογές λόγω αδυναμίας να διαχειριστεί τη ζωή του, όντας υποχείριο, ένα πλάσμα που δεν πήρε ποτέ του καμία καθοδήγηση για το πώς θα έπρεπε να συμπεριφερθεί πολιτισμένα. Αντ’ αυτού γνώρισε τον πόλεμο, τη βία, μια αναγκαστική επιβίωση που τον έφερε στο σημείο να αναζητά την ικανοποίηση χωρίς να υπολογίζει αν καταστρέφει τον απέναντί του. Απλά πράγματα. Ποιος είναι πιο καλά δικτυωμένος; Εγώ. Εγώ έχω τις διασυνδέσεις ενώ εσύ όχι. Πολύ ωραία, θα πάρω όσα σου ανήκουν και θα τα κάνω δικά μου. Αν χρειαστεί να σου σπάσω το κεφάλι και να βάλω φωτιά στο σπίτι σου δε θα διστάσω, γιατί έτσι θέλω και γιατί μπορώ. Ο νόμος μιας ανθρώπινης ζούγκλας. Κι έτσι λοιπόν αναρωτιέμαι «φωναχτά», τι και αν έδιναν όλοι την πρέπουσα σημασία στο παρόν τους, στο τι έχουν μπροστά τους εκείνη τη στιγμή και όχι στο τι θα μπορούσαν ή τι έχασαν χτες ή τι θέλουν για αύριο; Αν άφηναν τους εαυτούς τους να απολαύσουν τα σημερινά τους επιτεύγματα, όπως για παράδειγμα να πάνε έναν περίπατο ή να πουν ευχαριστώ σε μια καλή πράξη που δέχτηκαν από κάποιον και να ανταποδώσουν, να προσπαθήσουν να διορθώσουν ένα σφάλμα, να παροτρύνουν έναν άνθρωπο να δοκιμάσει ένα νέο φαγητό ή να διαβάσει ένα βιβλίο, να πάει στον κινηματογράφο να στηρίξει μια νέα ταινία, να βοηθήσει κάποιον που βρίσκεται σ’ ανάγκη, να πει σε αγαπώ και να το εννοεί. Σκέφτομαι εκείνη τη σκηνή, πώς με τόσο διακριτικό τρόπο σχολίασε ο Scorsese την απουσία των ανθρώπων από τις ζωές τους και με παίρνουν τα κλάματα.

Επίλογος: Πόσες ταινίες να έχει μέσα του ακόμη;

Ο Καζαντζάκης, λίγο πριν αποχωρήσει από τον κόσμο, είπε στη σύζυγό του ότι έχει ακόμη μερικά βιβλία να γράψει. Μέχρι και εκείνη τη στιγμή αγωνιούσε. Ήθελε κι άλλα να πει μα ο χρόνος δεν του έφτανε – και πόσο συχνά μας φτάνει, αναρωτιέμαι· μάλλον ποτέ. Πρόκειται για ένα δρόμο που συνεχώς θέλουμε να πάμε παρακάτω, αλλά υπάρχει κάπου ένα συγκεκριμένο χιλιόμετρο όπου τα καύσιμα τελειώνουν και η μηχανή σιγά σιγά σβήνει και παύει να λειτουργεί. Τουλάχιστον εδώ μιλάμε για ολοκλήρωση φυσιολογική, φυσική για να το θέσω καλύτερα. Το αναπάντεχο είναι που με φοβίζει περισσότερο, το ξαφνικό. Επειδή όμως το Killers of the Flower Moon αποτελεί έναν θρίαμβο, ας κάνω μια στροφή σε κάτι αισιόδοξο και ελπιδοφόρο για να σας αφήσω με λόγια που δε γέρνουν προς την πλευρά της μη ύπαρξης, μα προς εκείνη της μεγάλης χαράς που προκύπτει από δημιουργίες σαν και την παρούσα.

Μην το χάσετε το έργο. Επισκεφτείτε τις κινηματογραφικές αίθουσες και δηλώστε με την παρουσία σας ότι στηρίζετε το σινεμά. Επιτρέψτε στους εαυτούς σας να ψυχαγωγηθούν, δίνοντας μια ευκαιρία να μείνετε προσηλωμένοι σ’ ένα πράγμα για μερικές ώρες και όχι σε δέκα, είκοσι, τριάντα προσλαμβάνουσες μέσα σ’ εξήντα δευτερόλεπτα. Κάπου κάπου μια ιστορία σου αρκεί, ώστε να πας για ύπνο το βράδυ και να ξυπνήσεις το πρωί, να σκέφτεσαι όλη την ημέρα και όταν βρεθεί η ευκαιρία, να εξωτερικεύσεις τις σκέψεις σου σε κάποιον, περιμένοντας να ακούσεις μια άποψη ώστε να γεννηθεί ο διάλογος που τόσο πολύ έχουμε ανάγκη και τόσο μας λείπει, χωρίς να το συνειδητοποιούμε πραγματικά. Να σημειωθεί εδώ ότι σ’ ένα διάλογο κάποιος μιλάει και κάποιος ακούει. Δε γίνονται ταυτόχρονα και τα δύο. Γι’ αυτό και όταν βλέπουμε μια ταινία, περιμένουμε να ολοκληρωθεί και έπειτα συζητάμε. Εντάξει, πού και πού κάνα επιφώνημα ή κάνα σύντομο, τόσο δα, σχολιάκι δε βλάπτει, αλλά καταλαβαίνετε τι θέλω να πω.

As Experienced by Element 

Επιμέλεια του Δήμου Σκορδίλη

Comments