Με το νέο άλμπουμ, The Car, παραδίδουν δέκα τραγούδια, εκ των οποίων ούτε ένα δεν προσφέρεται για ραδιοφωνικό χιτάκι, ούτε μοιάζει να ταιριάζει με τον ήχο που γεμίζει τις μεγάλες αρένες. Αντιθέτως, ακούγεται καλύτερα τις νυχτερινές ώρες, με ή χωρίς παρέα. Άλλοτε η ορχήστρα φαίνεται ν’ ακολουθεί την μπάντα και άλλοτε το αντίστροφο. Όταν οι στίχοι περισσεύουν, το λόγο παίρνει η μουσική, όταν όμως πρωταγωνιστεί η φωνή… “Alex’s smoldering vocals! It’s now David Bowie level!!!! I cant’ stand it”, όπως το έθεσε ομορφότατα ο Hideo Kojima και δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω, ακούγοντας ένα κομμάτι σαν το Big Ideas. Από την εισαγωγή και την ατμόσφαιρα που χτίζει, μέχρι το σολιστικό σημείο των πλήκτρων και στη συνέχεια της κιθάρας. Μια μελωδία, που κάλλιστα θα μπορούσε να υπογράφεται δια χειρός Nino Rota.
Δύο λόγια για το εξώφυλλο του The Car. Πρόκειται για φωτογραφία που τράβηξε ο Matt Helders, από το παράθυρο του παλιού του διαμερίσματος. Απεικονίζεται ένα Toyota Corolla περασμένης εποχής, το οποίο βρίσκεται μόνο του σ’ ένα άδειο πάρκινγκ ανάμεσα σε πολυκατοικίες, σαν μια λευκή κουκίδα που ίσα ξεχωρίζει στο γκρίζο, σχεδόν αποχρωματισμένο τοπίο. Το παρατηρώ εδώ και μέρες και αναρωτιέμαι αν βρέθηκε εκεί επειδή το άφησαν με σκοπό να επιστρέψουν ή βρίσκεται παρατημένο εδώ και ποιος ξέρει πόσο καιρό. Μπορεί ο οδηγός να ήταν ακόμη μέσα, την ώρα της φωτογραφίας. Μια από τις σκέψεις που έκανα ξέφυγε και μεταμορφώθηκε σε ιστορία: ίσως ο κάτοχος να ήταν πράγματι μέσα και ν’ άκουγε τον αγαπημένο του δίσκο, λίγο πριν μια πολύ σημαντική απόφαση που πρέπει να πάρει. Έχει το παράθυρο ελάχιστα ανοιχτό για τον καπνό του τσιγάρου. Κάποτε νυχτώνει και ορισμένα από τα γύρω παράθυρα φωτίζουν, μοιάζοντας με τετράγωνα μιας μεγάλης σκακιέρας, υποδεικνύοντας πιθανές μελλοντικές επιλογές. Προτού ανοίξει την πόρτα κι αρχίσει ν’ απομακρύνεται, ο οδηγός βάζει μπροστά τη μηχανή. Το πρωί, όταν τα καύσιμα καταναλωθούν, θα έχει σβήσει. Κάποιος άλλος, αυτή τη φορά, θα ρίξει μια ματιά από το παράθυρό του και θα δει το παλιό Corolla, μα αντί να τραβήξει φωτογραφία, αποφασίζει να κατέβει μέχρι εκεί για να δει τι συμβαίνει. Φτάνει στην πόρτα του οδηγού και παρατηρεί. Έπειτα μπαίνει και κάθεται. Ανοίγει το ντουλάπι, αναζητώντας κάποιο έγγραφο, με σκοπό να επικοινωνήσει με τον ιδιοκτήτη. Τίποτα. Λίγο πριν βγει έξω, με την άκρη του ματιού του βλέπει ότι στο κασετόφωνο υπάρχει μια κασέτα. Πατάει το κουμπί και εκείνη πετάγεται έξω. Την παίρνει και την επεξεργάζεται. Φεύγει. Το ίδιο βράδυ, ψάχνει στην αποθήκη του για το παλιό κασετόφωνο. Το βρίσκει. Φυσάει τη σκόνη από πάνω του, το σκουπίζει με ευλάβεια και μερικές αναμνήσεις του παρελθόντος επανέρχονται. Πόσες ώρες πέρασε δίπλα σ’ αυτό το μηχάνημα, ανακαλύπτοντας τη μουσική, φτιάχνοντας mixtapes για τον ίδιο και γι’ άλλους. Βάζει μέσα την κασέτα που βρήκε και το άλμπουμ ξεκινά. Αν άκουσε την πρώτη πλευρά ή τη δεύτερη ή και τις δύο, δεν το έχω αποφασίσει ακόμη.
Μου αρέσει πολύ όταν ένας δίσκος χωρίζεται στη μέση, όταν δομείται έτσι ώστε να υπάρχει ένα κομμάτι, το οποίο λειτουργεί σαν μικρός επίλογος που κλείνει το πρώτο μέρος. Τέτοιος ο ρόλος του Body Paint. Τη δεύτερη πλευρά προλογίζει το ομώνυμο τραγούδι και μας εισάγει σε μια ακόμη πιο πληθωρική συλλογή συνθέσεων. Συνεχώς δίνεται η εντύπωση ότι θέλει να σε ωθήσει στο να χορέψεις, αλλά τελικά σε κρατάει στο λίκνισμα. Δεν είναι εξωστρεφής. Δεν ανήκει στα έργα που φωνάζουν, με riff που σε αναστατώνουν και μπορεί ο οποιοσδήποτε να το καταλάβει, ρίχνοντάς σου ένα βλέμμα, μα στις περιπτώσεις που σε απασχολούν για καιρό, ώσπου να βρεθεί κάποιος και να σε ρωτήσει: «Τι έχεις, τι σκέφτεσαι; Φαίνεσαι προβληματισμένος». Κι εσύ θα του γνέψεις θετικά και θα του πεις: «Θέλω ν’ ακούω αυτόν το δίσκο κάθε μέρα που περνά».
Το
The
Car
περιμένει
την κατάλληλη στιγμή για να σε πιάσει
εξαπίνης. Οι μελωδίες του είναι καλά
κρυμμένες, τοποθετημένες σε μη αναμενόμενες
θέσεις. Ο Turner
και
το συγκρότημα, πειραματίζονται για
ακόμη μια φορά με τον ήχο τους, κοιτώντας
συνεχώς μπροστά. Για όλους όσους
περιμένουν ν’ ακούσουν κάτι από τα
παλιά, μπορούν είτε να βάλουν προηγούμενα
άλμπουμ, είτε να τους δουν σε μια συναυλία.
Άλλωστε, στα live
τους
παραμένουν μια rock
μπάντα,
με ό,τι τούτος ο ρόλος φέρνει μαζί του.
Όταν όμως δημιουργούν μουσική και δεν
την αναπαράγουν, παραμένουν δεινοί
εξερευνητές της τέχνης τους.
https://open.spotify.com/album/2GROf0WKoP5Er2M9RXVNNs?si=_Z0xpsjaT5miJaNdgO_uvg
As Experienced by Element
Επιμέλεια του Δήμου Σκορδίλη
Comments
Post a Comment