Skip to main content

Παραμύθια και Παραδόσεις της Ιρλανδίας του W.B.Yeats

 

Μετά τον κατατοπιστικό πρόλογο, το βιβλίο αρχίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Μέσα από σύντομα κεφάλαια, μας δίνονται πληροφορίες που αφορούν οντότητες, πλάσματα της Ιρλανδικής παράδοσης, όπως ο Leprechaun ή το Poc (πιθανά ο πρόγονος του Puck στο έργο Όνειρο Θερινής Νυκτός, του Σαίξπηρ) και από εκεί και ύστερα ξεκινάνε τα παραμύθια, οι αφηγήσεις, οι ιστορίες άλλων χρόνων, ενός κόσμου πολύ διαφορετικού από τον σημερινό.

Αν είχε βρεθεί στα χέρια μου η συλλογή του Yeats όταν ήμουν ακόμη παιδί, σίγουρα θα το θεωρούσα σήμερα ως ένα από τα σημαντικότερα αναγνώσματά μου και το συναισθηματικό δέσιμο θα ήταν αντίστοιχο όπως με τον Άρχοντα των δαχτυλιδιών, τις Ιστορίες Από τη Γαιοθάλασσα και Τα Χρονικά της Νάρνια. Μέσα από τα προαναφερθέντα έργα ανακάλυψα ότι η φαντασία, εκτός ότι δεν αφορά μόνο εμένα, αποτελεί ένα εργαλείο και υπάρχουν πολλοί που το αξιοποίησαν αρκετές δεκαετίες και αιώνες πριν, πλάθοντας τους δικούς τους κόσμους, προσπαθώντας άλλοτε ν’ αντιμετωπίσουν φοβίες, να ερμηνεύσουν ανεξήγητα γεγονότα ή να αποτρέψουν εκφραζόμενοι κάτι που ο καιρός τους δεν τους το επέτρεπε, διότι κάτω από το πέπλο της μυθοπλασίας, τα όρια και οι περιορισμοί καταργούνται.

Είναι ασύλληπτα εντυπωσιακό το πόσο μεγάλη ανάγκη νιώθουν οι άνθρωποι για επικοινωνία, αλλά για τους όποιους λόγους δυσκολεύονται, είτε γιατί δεν ξέρουν πώς να το κάνουν, είτε γιατί αισθάνονται ενοχές, είτε γιατί υποτιμούν τις ικανότητές τους ή απλώς επειδή βρίσκουν κάθε λογής υποκατάστατα. Όταν όμως τα καταφέρνουν, τα επιμορφωτικά αποτελέσματα φέρουν την ηθογραφική αξία που μεταφέρει από γενιά σε γενιά το βασικότερο στοιχείο της ανθρώπινης φύσης: τη δύναμη της συντροφιάς. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα, η αρχετυπική εικόνα της φωτιάς στο κέντρο, γύρω της καθισμένοι ταξιδιώτες που απολαμβάνουν τη ζεστασιά της, κι ένας αφηγητής, ένας παραμυθάς, ένας μυθοπλάστης, να τους μαγεύει με τις λέξεις και τις εικόνες μέχρι ο ύπνος να τους πάρει στην αγκαλιά του.

Στην εποχή που ζούμε, πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη, εμείς οι άνθρωποι βιαζόμαστε. Συνεχώς τρέχουμε να προλάβουμε κάτι και ο ρυθμός που επιβάλλουμε στους εαυτούς μας (ή επιτρέπουμε να μας επιβάλλουν) αρκετά συχνά φέρνει βλαβερά αποτελέσματα όπως το άγχος, η έμφαση σε επιφανειακής σημασίας θέματα και σε τούτο το κυνηγητό, ναι μεν άλλοτε τις προσπερνάμε ή τις παραβλέπουμε, μα τελικά ενδίδουμε σε επιπολαιότητες εύλογες και αναμενόμενες. Θα ήταν καλό πού και πού να παίρνουμε και καμιά ανάσα. Εκεί που κάθεσαι για να ξαποστάσεις, σ’ ένα πεζούλι κάτω από κάποιο δέντρο, μπορείς να βρεις κάτι ενδιαφέρον. Το να μη κουνηθείς από τη θέση σου, να μη κοιτάξεις την ώρα στο κινητό σου, να μην απαντήσεις στα μηνύματα ή σε μερικές κλήσεις, να μη διαβάσεις τα νέα της ημέρας, να μη μπεις στο instagram αλλά να επιλέξεις να ξεφυλλίσεις ένα βιβλίο, να μιλήσεις σ’ έναν άνθρωπο, να του πεις έστω μια καλημέρα ακόμη και αν δεν τον γνωρίζεις, ν’ αλλάξεις τη καθιερωμένη σου διαδρομή για τη δουλειά, να δοκιμάσεις ένα καινούριο φαγητό. Απ’ όλα τα παραπάνω κι αμέτρητα ακόμη, προκύπτουν οι ιστορίες και αυτές ακριβώς τις αφηγήσεις χρειαζόμαστε. Αποτελούν τη βάση, την ουσία της επικοινωνίας μας. Όλα τα παραμύθια που καταγράφηκαν, κάπως έτσι ξεκίνησαν. Ένας άνθρωπος παρατήρησε κάτι και αποφάσισε να το πει σ’ έναν άλλο. Εκείνος με τη σειρά του το μετέφερε όπως έκρινε ότι ήταν ενδιαφέρον. Κάτι άκουσε ένα βράδυ ενώ κοιμόταν και τον σήκωσε από το κρεβάτι. Έντρομος κοίταξε επιφυλακτικά από το παράθυρο. Οι σκιές στον κήπο έπαιζαν το παιχνίδι τους με το σεληνόφως, αλλά ο παρατηρητής κρατούσε την αναπνοή του γιατί εκεί, πάνω στο γρασίδι, στις ρίζες του δέντρου, δύο μικροσκοπικά πλάσματα με μυτερά καπέλα τοποθετούσαν κόκκινες τουλίπες στη γη. Το ξύλινο πάτωμα έτριξε, προδίδοντας τη θέση του και οι εκκεντρικοί επισκέπτες, σβέλτοι ως ήταν, έτρεξαν και χάθηκαν κάτω από το δέντρο, σηκώνοντας τη χλόη σαν ελαφριά κουβέρτα, από εκείνες που σκεπαζόμαστε το φθινόπωρο.

As Experienced by Element

Επιμέλεια του Δήμου Σκορδίλη


Comments